Μια ιστορία αφιερωμένη στην γιορτή της γυναίκας....

Ανέβηκε στην ζυγαριά και την έπιασε ζαλάδα…Από αυτές που περνάνε αμέσως με ένα μπισκότο… Και με μια φρυγανιά περνάνε βέβαια, αλλά εκείνη δεν ήταν από τους ανθρώπους που θα προτιμούσαν μια φρυγανιά από ένα μπισκότο… Άνοιξε την βρύση και το νερό άρχισε να τρέχει στην μπανιέρα καυτό… Όχι τόσο που να ξεφλουδίσει αλλά σίγουρα η θερμοκρασία απείχε πολύ από αυτό που διαβεβαίωνε η αισθητικός δυο μέρες πριν στην εκπομπή της Τατιάνας πως «σφίγγει το δέρμα».. Οκ, ας μην σφίξει σκέφτηκε. Μάρτιος είναι ακόμα, μέχρι το καλοκαίρι - καλό Ιούνιο δηλαδή- έχουμε καιρό. Τα θαύματα άλλωστε συμβαίνουν και μέσα σε μια μέρα θύμησε νοερά στον εαυτό της και έριξε μια γενναία δόση douche Laura Mercier με άρωμα Lemon Tart πάνω στο σφουγγάρι… Λες να περνάει η ζαλάδα και μόνο με την μυρωδιά?, αναρωτήθηκε… 

Μπα… Λίγα λεπτά αργότερα, τυλιγμένη με το αφράτο μπουρνούζι της πήγε στην κουζίνα και πάτησε το κουμπί του βραστήρα. Πήρε την αγαπημένη της κούπα, την ροζ με τα γουρουνάκια, έβαλε την σωστή αναλογία καφέ- ζάχαρης, άφθονο γάλα φουλ στα λιπαρά και περιμένοντας το νερό να βράσει, άνοιξε το τάπερ με τα μπισκότα… Έβαλε δύο σε ένα πιάτο και άρχισε να μασουλάει απολαυστικά… Γιατί άραγε όλα τα ωραία πράγματα της ζωής παχαίνουν, ενοχλούν ή είναι απαγορευμένα? Οι λιχουδιές, τα τσιγάρα, τα ξενύχτια, το φλερτ… 

Οκ, το φλερτ δεν απαγορευόταν πάντα, στα νιάτα της είχε κάνει και εκείνη τα χιλιόμετρα της, τώρα όμως… Κομμένες οι βόλτες… Τώρα πια ήταν σύζυγος και μητέρα… «Σύζυγος και μητέρα».. Σαν τις ιερές αγελάδες στην Ινδία ακουγόταν όλο αυτό, άσε που με τα μπισκότα κόντευε να γίνει και σαν αγελάδα… Κανονικά… Τέλος πάντων, οι σύζυγοι και μητέρες όφειλαν να μην καπνίζουν, τουλάχιστον όχι μπροστά στα παιδιά τους για να μην δίνουν το κακό παράδειγμα, να μην κάνουν άγριο σεξ, τουλάχιστον όχι όταν ήταν τα παιδιά στο σπίτι για να μην ακούγονται, και εννοείται ότι δεν μπορούσαν να φλερτάρουν πια… Ευτυχώς τελικά που υπήρχαν και τα μπισκότα… Ο ήχος του νερού που έβραζε την έβγαλε από την ονειροπόληση της… Γέμισε την κούπα της, ήπιε μια γουλιά – τέλεια- και σέρνοντας τις χνουδωτές της παντόφλες σύρθηκε μέχρι το γραφείο, στην άλλη άκρη του σπιτιού.

Άνοιξε τον υπολογιστή και μπήκε στο μέηλ της. Τρεις σελίδες με πληροφορίες για το θέμα της την περίμεναν υπομονετικά από το προηγούμενο βράδυ. Το θέμα της, ένας ανερχόμενος ηθοποιός που πίστευε πως ήταν η μετενσάρκωση του Χορν στο πιο ψηλό και στο πιο ωραίο, και που το μοναδικό ουσιαστικό ταλέντο του ήταν ο τρόπος με τον οποίο έβγαζε την μπλούζα του, το βαριόταν θανάσιμα… Θα ήταν πιο ενδιαφέρον να γράψει 1.500 λέξεις για το τσόφλι ενός αυγού αλλά δυστυχώς δεν την έπαιρνε να το παίζει δύσκολη… Μπορεί να μην δούλευε για τα χρήματα μια που ο άντρας της έβγαζε όσα χρήματα χρειάζονταν για να περνάνε μια χαρά, όμως αφού είχε αποφασίσει να δουλέψει για να νοιώθει ανεξάρτητη έπρεπε να φερθεί σαν επαγγελματίας…

Προς το παρόν όμως είχε πιο ενδιαφέροντα πράγματα να κάνει… Άνοιξε τον Google Chrome στην σελίδα του site της και άρχισε να διαβάζει χαμογελώντας τα σχόλια που της είχαν αφήσει το βράδυ… Πολύ την γούσταρε την ιστορία των social media…Είχε μπει διστακτικά και σχεδόν για πλάκα στο διαδίκτυο πριν από καμιά εικοσαετία, και είχε κολλήσει για τα καλά… Είχε γνωρίσει και κάποιους ανθρώπους - co- bloggers- και είχε διαπιστώσει με ανακούφιση πως ήταν μια χαρά κανονικοί, σαν και εκείνη… Αν εκείνη βέβαια μπορούσε να θεωρηθεί κανονική. 

Άνοιξε τα έγγραφα της, έκανε copy paste το κομμάτι που είχε ετοιμάσει από χτες, το ανέβασε και ξεκίνησε να διαβάζει τα link της… Αυτή η πρωινή ιεροτελεστία με τον καφέ και το διάβασμα των social media ήταν ιερή… Ακόμα και όταν είχε πρωινά ραντεβού, πράγμα σπάνιο γιατί αν είχε ένα καλό το απολύτως κακοπληρωμένο επάγγελμα του δημοσιογράφου –όταν δεν σε λένε Στάη ή Χατζηνικολάου- ήταν το ελεύθερο ωράριο, φρόντιζε να ξυπνήσει λίγο νωρίτερα για να έχει χρόνο να απολαύσει την πρωινή διαδικτυακή βόλτα της. Άφησε κάποια σχόλια σε φίλους της, έριξε μια ακόμα ματιά στο mail της , μάζεψε τα χαρτιά που θα χρειαζόταν στο απογευματινό της ραντεβού, βεβαιώθηκε πως το κασετοφωνάκι της είχε καινούρια κασέτα και μπαταρίες και σηκώθηκε για να πάει να ντυθεί.

Άνοιξε την πόρτα του δωματίου του Ιάσονα και την έπιασε φρίκη… Ρούχα, βιβλία, παπούτσια και CD, βρίσκονταν πεταμένα σε κάθε πιθανή επιφάνεια του δωματίου, η ντουλάπα έχασκε ανοιχτή και δυο ζευγάρια άπλυτες κάλτσες αναπαύονταν πάνω στο κομοδίνο… Πήδηξε πάνω από την ηλεκτρική κιθάρα και τον ενισχυτή προσπαθώντας να μην μπουρδουκλωθεί στα καλώδια και άνοιξε το πατζούρι να μπει φως.. Και το παράθυρο τέντα να μπει καθαρός αέρας… Έστρωσε το κρεβάτι βρίζοντας μέσα από τα δόντια της –οκ, αγόρι ήταν δεν περίμενε να βάζει και μπουγάδα, αλλά πως μπορούσε να ζει μέσα σε αυτό το χάος σαν το γουρούνι- και μάζεψε ότι μπορούσε… Κάτω από μια στοίβα βιβλία ανακάλυψε ένα κουτί από πίτσα με όλα τα υπολείμματα μέσα –θα πιάσουμε και κατσαρίδες- και ένα άδειο κουτάκι από Coca Light… Τα μάζεψε και τα πέταξε στα σκουπίδια.. Σειρά είχε τώρα το μπάνιο του που το βρήκε σε καλύτερη κατάσταση αν εξαιρέσει κανείς πως η πετσέτα του προσώπου βρισκόταν πεταμένη πάνω στο καλάθι με τα χαρτιά…

Αναστέναξε και μπήκε στο δωμάτιο της… Μηχανικά έκανε ακριβώς τις ίδιες κινήσεις.. Άνοιξε τα παντζούρια, τα παράθυρα, έστρωσε το κρεβάτι, εδώ ευτυχώς δεν υπήρχαν κουτιά από πίτσες, μόνο ένα πουκάμισο του Πάνου για πλύσιμο και ένα παντελόνι του για καθαριστήριο…

Σέρνοντας πάντα τις χνουδωτές παντόφλες της ανέβηκε στον επάνω όροφο και έβαλε πλυντήριο. Κατέβηκε άλλη μια βόλτα απο την κουζίνα - έτσι γίνεται η γυμναστική, πάνω κάτω τις σκάλες όλη μέρα, να διατηρείται και ο πωπός βραζιλιάνικος έστω και σε μέγθος extra large- άνοιξε το ψυγείο, σημείωσε τις ελλείψεις στο μπλοκάκι με τα ψώνια, έριξε και μια ματιά στα ντουλάπια με τα τρόφιμα και τα απορρυπαντικά και τελευταία στιγμή θυμήθηκε και τον λογαριασμό του ΟΤΕ που ήταν στερεωμένος με ένα μαγνητάκι πάνω στην πόρτα του ψυγείου.. Μην μας κόψουν το τηλέφωνο και τρέχουμε…

Οκ, είχε τελειώσει με τα καθημερινά της… Μπήκε στο μπάνιο, μάζεψε τα μαλλιά της με ένα κλάμερ, πλύθηκε και κοίταξε εξεταστικά το πρόσωπο της στον καθρέφτη… Η εικόνα την έκανε να χαμογελάσει… Ακόμα και άβαφτη, ακόμα και στα πρόθυρα της «αγελάδας» δεν έμοιαζε ούτε μέρα πάνω από 40. Κι ας ήταν πια 55. Η ρίζα ήταν μια χαρά, το φρύδι επίσης, έβαλε βιαστικά κρέμα προσώπου και κρέμα ματιών και πήγε να ντυθεί. Το ντύσιμο ήταν ένα θέμα… Πάντα… Αδυνατούσε να ντυθεί σαν "μεγάλη", ειδικά το πρωί, όπως αδυνατούσε και να βαφτεί. Όταν πήγαιναν καμιά φορά Θεσσαλονίκη και έβλεπε τις γυναίκες εκεί ντυμένες στην τρίχα και σεναρισμένες από το πρωί, με την κολλητή της την Στέλλα πρώτη και καλύτερη, αναρωτιόταν γιατί δεν μπορούσε να το κάνει και εκείνη αυτό… Έφταιγε μάλλον η Αθήνα, σε αυτό το συμπέρασμα είχε καταλήξει, που ήταν όλοι χύμα, εκτός και αν δούλευαν σε πολυεθνικές… Ή στα δικαστήρια…

Άνοιξε την ντουλάπα της πήρε ένα βελουτέ παντελόνι φόρμας  γκρι και ένα αφράτο πουλόβερ επίσης γκρι αλλά λίγο πιο σκούρο και τα συνδύασε με τα συλλεκτικά ασημί Σταράκια που της είχε φέρει ένας πρώην διευθυντής της (αλλά ευτυχώς πάντα φίλος της) από την Νέα Υόρκη για τις γιορτές πριν μερικά χρόνια και που όσο πιο πολύ φθίρονταν τόσο πιο όμορφα φαίνονταν… Κοίταξε τον εαυτό της στον ολόσωμο καθρέφτη και έκανε μια γκριμάτσα αποδοκιμασίας… Γκρι σαν αγελάδα… Αλλά χαριτωμένη όμως…

Φόρεσε τα δαχτυλίδια της, και άνοιξε την ντουλάπα με τις τσάντες. Έβγαλε την ροζ Hermes της από το πορτοκαλί κουτί της και από την βαμβακερή της θήκη και κατέβηκε στο σαλόνι . Άνοιξε την άλλη τσάντα της, την καφέ και μετέφερε το περιεχόμενο της…. Πορτοφόλι, θήκη γυαλιών ηλίου, γυαλιά πρεσβυωπίας, ατζέντα, νεσεσέρ καλλυντικών -που δεν περιείχε καλλυντικά (εκτός αν πιάνεται το βούτυρο κακάο) αλλά χάπια για διάφορες αλλεργίες, Depon, tampon και μια λίμα-χαρτομάντιλα, τσιγάρα, αναπτήρα, τσίχλες, ένα βιβλίο, κλειδιά σπιτιού, κλειδιά αυτοκινήτου, μια ομπρέλα σπαστή κόκκινη με άσπρα πουα και μια μεζούρα… ( Την ιστορία της μεζούρας θα σας την πω άλλη φορά αλλά βάλτε την φαντασία σας να οργιάσει στο μεταξύ). Μετακόμιση κανονική. Έριξε μέσα και το κασετοφωνάκι, τις σημειώσεις για το «θέμα» και την λίστα με τα ψώνια και έψαξε να βρει που είχε παρατήσει το κινητό της…

Το είχε αφήσει στο silent από το βράδυ και είχε ήδη, ούτε 11.30 δεν ήταν η ώρα, έξι missed calls… Η μαμά της (την είχε πάρει στο σταθερό), ο αρχισυντάκτης της (θα τον έπαιρνε αργότερα), η φίλη της η Λένα ( θα την έπαιρνε από το αυτοκίνητο) και τρεις από απόκρυψη… Ή τράπεζες την είχαν θυμηθεί – έπρεπε να πληρώσει την κάρτα της κάποια στιγμή προτού την επικηρύξουν- ή το θέμα.. Που τηλεφωνούσε πάντα από απόκρυψη για να μην μάθουν το κινητό του οι θαυμάστριες…Το φακελάκι με τα μηνύματα αναβόσβηνε… Τα άνοιξε και η απορία της λύθηκε στο λεπτό… «Ραντεβού στο Dolce στις 7.00. Θα είμαι όλος δικός σου για δυο ολόκληρες ώρες.» Υπογραφή: Το «θέμα»…

Έλεος, σκέφτηκε… Πόσο ψωνάρα μπορεί να είναι δηλαδή? Άκου θα είμαι όλος δικός σου… Σιγά καλέ, μην πάθουμε αναρρόφηση από την συγκίνηση… Πέταξε το κινητό στην τσάντα της, φόρεσε το πράσινο sheepskin μπουφάν της και έκλεισε πίσω της την πόρτα. Πριν την ώρα του ραντεβού είχε ένα σωρό άλλα, ταπεινά πράγματα να κάνει… Για τις επόμενες ώρες θα έσπρωχνε ένα καρότσι τίγκα στα ψώνια στους διαδρόμους του Βασιλόπουλου, θα φόρτωνε και θα ξεφόρτωνε το αυτοκίνητο αγκομαχώντας σαν το μουλάρι, θα πήγαινε καθαριστήριο, φούρνο, περίπτερο, θα επέστρεφε τρέχοντας στο σπίτι να ετοιμάσει μια ομελέτα και μια σαλάτα για τον Ιάσονα που θα γύριζε από το γραφείο, θα ξέχναγε να πληρώσει τηον ΟΤΕ,  και την κάρτα της, θα σιδέρωνε ένα πουκάμισο του Πάνου γιατί είχε ξεμείνει και κατά τις 6.30 θα έφευγε τρέχοντας για να πάει στο περίφημο ραντεβού. 

Λίγη ώρα αργότερα θα βρισκόταν μπλοκαρισμένη στην Σόλωνος βρίζοντας με το κινητό να χτυπάει ακαταπαύστως – ναι, είχε ξεχάσει να πάρει και τον αρχισυντάκτη- για να φτάσει στο Dolce με είκοσι λεπτά καθυστέρηση και να ανακαλύψει πως το θέμα δεν ήταν ακόμα εκεί… Θα εμφανιζόταν με το πάσo του δέκα λεπτά αργότερα δίνοντας της την ευκαιρία να ζήσει για λίγο το όνειρο εκατοντάδων για να μην πούμε χιλιάδων κοριτσιών σε όλη την Ελλάδα – τετ α τετ με τον ωραιότερο ζεν πρεμιέ των τελευταίων ετών- έτσι τον αποκαλούσαν τα περιοδικά, μαζί και το δικό της, και μετά θα την έπρηζε μια που διέθετε τα ωραιότερα μάτια που είχε δει τελευταία, και ένα σώμα που κόλαζε και καλόγρια σε συνδυασμό με λεξιλόγιο 500 λέξεων και IQ φουντουκιού.

Επιστρέφοντας στο σπίτι της, πάλι μπλοκαρισμένη στην κίνηση αλλά στην Κηφισίας αυτή την φορά, θα ονειρευτεί τον καναπέ της, το αναμμένο τζάκι και μια καλή σειρά στην τηλεόραση… Και μετά ύπνο νωρίς σε μαξιλάρια που μυρίζουν pillow spray της Molton Brown και πουπουλένια παπλώματα. Και θα μείνει με την όρεξη…Θα επιστρέψει σπίτι της νοιώθοντας σαν να την έχει πατήσει το τρόλεϊ από την κούραση, θα ανέβει στον τελευταίο όροφο για να βγάλει τα ρούχα από το πλυντήριο και να τα βάλει στο στεγνωτήριο για να μην μουχλιάσουν, θα μπει στο PC της να δει τα μέηλ και τα μηνύματα της, θα απαντήσει όπου πρέπει,  θα βγάλει την φόρμα, θα κάνει ένα γρήγορο ντους, θα φορέσει κάτι απλό και μαύρο, θα βαφτεί ελαφρά γιατί δεν αντέχει να τραβήξει ούτε γραμμή – μπορεί να βγάλει και κανένα μάτι προσπαθώντας τόσο πτώμα που είναι- θα βάλει και ένα ζευγάρι σκουλαρίκια λωλά, απομεινάρια μιας φιλίας που τελείωσε άδοξα και θα είναι έτοιμη στο τσακ όταν θα της τηλεφωνήσει ο Πάνος να κατέβει… 

Θα πάνε κάπου για φαγητό με φίλους, και εκεί θα ξεχάσει προς στιγμήν την κούραση της, άλλωστε της αρέσει να βγαίνει, τραβάτε με και ας κλαίω είναι εδώ που τα λέμε, και θα περάσει μια χαρά… Θα ξεβαφτεί στο αυτοκίνητο, στην επιστροφή, με τα υγρά μαντιλάκια που έχει πάντα στο ντουλαπάκι του αυτοκινήτου για αυτή ακριβώς την δουλειά, για να κερδίζει χρόνο ύπνου δηλαδή, και ο Πάνος θα την κοροϊδέψει πως μοιάζει σαν να κλαίει όταν το κάνει αυτό και από τα διπλανά αυτοκίνητα θα νομίζουν πως τσακώνονται… Στο σπίτι θα ξεντυθεί βιαστικά, θα προλάβει να πάει πρώτη στο μπάνιο για να πλύνει τα δόντια της και μετά θα προσγειωθεί στο κρεβάτι της με πλονζόν και θα κοιμηθεί σε δύο δευτερόλεπτα ακριβώς…

Χρόνια μας πολλά... Να μας χαιρόμαστε... <3