Ξαπλωμένη στο διπλό sunbed δίπλα στην πισίνα του ξενοδοχείου Belvedere, χαζεύω με μάτια μισόκλειστα τον καταγάλανο ουρανό. Δίπλα μου η Φαίη και η Ιλεάνα βγάζουν selfies με τα υπέροχα καπέλα της Lena Kalidis και λίγο πιο πέρα, στην σκιά της βεράντας, ο Πάνος με τον Νικόλα κουβεντιάζουν χαλαρά με τον F&B του ξενοδοχείου Κώστα Αλεξίου. Η ζωή είναι ωραία όταν την μοιράζεσαι με εκείνους που αγαπάς, και αυτή η αγάπη είναι που με έφερε 7 χρόνια μετά πίσω στο νησί που κάποτε ήταν η πατρίδα της καρδιάς μου. Βουτάω στην πισίνα και κολυμπάω με μεγάλες απλωτές, αφήνοντας το νερό να πάρει μακριά όλο το stress των προηγούμενων ημερών. Γύρω μου όλα σαν κομμάτι από card postal. Το σύμπλεγμα από λευκά παραδοσιακά κτήρια, οι σκιερές βεράντες, οι ανθισμένες μπουκαμβίλιες, οι τυρκουάζ πετσέτες στις ξαπλώστρες και το υπέροχο μπαρ που μας περιμένει να απολαύσουμε αργότερα το πρώτο ποτό της βραδιάς με θέα το ηλιοβασίλεμα. Μου αρέσει εδώ, πάντα μου άρεσε. Από τα ατελείωτα βράδια που έχουμε περάσει στα τραπέζια του Matsuhisa μέχρι τα θρυλικά πρώτα White Parties, το Belvedere κατάφερνε πάντα να συνδυάζει την Μυκονιάτικη αύρα με τον κοσμοπολιτισμό με έναν τρόπο μοναδικό. Ίσως γιατί όπως όλα τα επιτυχημένα concepts στον κόσμο αντικατοπτρίζει την εικόνα των ιδιοκτητών και εμπνευστών του, και οι αδερφοί Ιωαννίδη είναι ακριβώς αυτό. Δυο πολίτες του κόσμου, μορφωμένοι, καλλιεργημένοι, καλοζωισμένοι και εξαιρετικά χαμηλών τόνων που δεν άφησαν ποτέ την επιτυχία να τους αλλάξει, και που παραμένουν όσα – πολλά πια- χρόνια τους ξέρω το ίδιο «κανονικοί» άνθρωποι, με χιούμορ, με άποψη, με όραμα, και με πάθος για οτιδήποτε κι αν κάνουν. Στην ίδια ακριβώς λογική και το δωμάτιο που μας φιλοξενεί. Λιτό αλλά προσεγμένο στην παραμικρή του λεπτομέρεια, έχει πραγματικά τα πάντα. Από το king size σούπερ άνετο Dux bed, τα απαλά λινά σεντόνια και τις τεράστιες αφράτες πετσέτες μέχρι τις τηλεοράσεις και τα ηχοσυστήματα παντού, και από το mini bar που περιέχει από ποτά και αναψυκτικά μέχρι τράπουλες και προφυλακτικά μέχρι τα Molton Brown toiletries και την τσάντα παραλίας, όλα είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε να εξυπηρετούν κάθε πιθανή και απίθανη σου ανάγκη, χωρίς όμως να «φωνάζουν» την παραμικρή προσπάθεια. Οι τρεις υπόλοιπες μέρες θα κυλήσουν με αυτήν ακριβώς την χαλαρή διάθεση που σε κάνει να νοιώθεις προστατευμένος μέσα σε ένα διάφανο κουκούλι ανακουφιστικής ηρεμίας. Στιγμές, γέλια, τσουγκρίσματα ποτηριών, παγάκια που κουδουνίζουν, ο καπνός από τα τσιγάρα μας, ηλιοβασιλέματα, αγκαλιές, φιλιά, ποτά, γεύσεις υπέροχες, γίνονται μέσα στο μυαλό και τις καρδιές μας ένα κολάζ αναμνήσεων απαθανατισμένο σε δεκάδες φωτογραφίες από αυτές που θα τις βλέπουμε στο μέλλον και θα χαμογελάμε αυθόρμητα και νοσταλγικά. Το εκπληκτικό facial από την διάσημη Katrina Valente στο Six Senses Spa που χάρισε στο πρόσωπο μου μια λάμψη που κράτησε μέρες, μάλλον γιατί κάπως κατάφερε να συντονίσει τα τσάκρα μου και να γαληνέψει την ψυχή μου. Το μαγικό ηλιοβασίλεμα στο Sunken Watermelon με την παρέα να συμπληρώνεται από την Σόνια Καζόνι και τον Άρη Καβατζίκη, και τον Τάσο να μας διηγείται τις ιστορίες από τις οποίες εμπνεύστηκε ο Χρήστος Χουσέας του πολυβραβευμένου μπαρ 42 για να δημιουργήσει τον κατάλογο για τα 20 χρόνια του ξενοδοχείου. Το πρωινό στο Principaute de Mykonos στον Πάνορμο. Η αγαπημένη παραλία έχει αλλάξει τελείως και έχει χάσει πια το bohemian στυλ της αλλά η αλήθεια να λέγεται, το εκπληκτικό μαγαζί που έχουν στήσει ο Γιώργος Πιζάνης και ο Γιώργος Παπαγεωργίου πέρα από το ότι θα μπορούσε να σταθεί άνετα σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, είναι έτη φωτός πάρα πολύ καλύτερο από εκείνο το αίσχος με τις πάνινες ομπρέλες και τις μαξιλάρες που είχαν γεμίσει την άμμο κάποια χρόνια πριν σαν καλοκαιρινός καταυλισμός τσιγγάνων και για το οποίο δεν θυμάμαι να είχε παραπονεθεί κανένας. Αν πάτε, μην παραλείψετε να δοκιμάσετε τα καλαμαράκια με τις τηγανητές πατάτες και την ταραμοσαλάτα for lunch. Η Αυγερία Σταπάκη σε μεγάλα κέφια έχει καταφέρει να χωρέσει όλο το καλοκαίρι μέσα σε ένα πιάτο. Ένα μεσημέρι στο Jakie O. Κάτω από τα πόδια μας το Super Paradise, η ωραιότερη ίσως παραλία του νησιού. Σιμιγδαλένια άμμος, τυρκουάζ νερά και το πιο happy crowd να απολαμβάνει ηλιοκαμένο και ανέμελο τον ήλιο και την θάλασσα. Στο εστιατόριο δοκιμάζουμε πιάτα επιμελημένα από τον Χριστόφορο Πέσκια, θα επέστρεφα μόνο και μόνο για να ξαναφάω τα udon noodles με το καβούρι, μιλάμε για την απόλυτη αμαρτία, με soundtrack που θα μπορούσε να ανήκει σε σήριαλ του άλλου Χριστόφορου. Φεύγοντας, μας χαρίζουν ένα στικάκι με 1000 τραγούδια, και έτσι, παίρνουμε το καλοκαίρι μαζί μας πίσω στην Αθήνα. Bliss! Οι φίλοι της καρδιάς μου, που παραμένουν πάντα εκεί και πάντα οι ίδιοι. Ο Μίμης και η Χριστίνα που περιμένουν το τρίτο παιδάκι τους και που στο Roca Cookery έχουν φτιάξει έναν παράδεισο που μυρίζει παλιά καλή Μύκονο, ο Χρήστος και η Λέλα στο Ότι Απόμεινε στην Άνω Μερά που σερβίρουν ακριβώς τα ίδια πιάτα με τις ίδιες υπέροχες γεύσεις σαν να μην πέρασε μια μέρα – κασερόπιτα, μελιτζάνες, κοτοσαλάτα και το καλύτερο γουρουνόπουλο του σύμπαντος κόσμου- ο Daniele με τον Alessandro στην μοναδική τους Osteria, η Στέλλα που θα είναι για πάντα η μια και μοναδική pillow queen του νησιού, ο Κώστας Παπατρέχας που καταφέρνει να τρελαίνει εκτός από τους ανθρώπους μέχρι και τα ξύλα δίνοντας τους φόρμες αληθινών γλυπτών, η Ρόη που από τα χέρια – και το γραφείο – της περνάνε τα ωραιότερα σπίτια της Μυκόνου. Και τέλος, το ίδιο το νησί. Σαν αυτούς τους έρωτες που τέλειωσαν αλλά σου άφησαν ανεξίτηλο σημάδι, σαν τατουάζ που το χτύπησες κάποτε με το όνομα του και κανένα περίτεχνο σχέδιο δεν θα σταθεί ποτέ ικανό να το σκεπάσει εντελώς, σαν τα λόγια που είπες κάποτε και τα πιστεύεις ακόμα αλλά δεν θα το παραδεχτείς ποτέ δυνατά ούτε στον εαυτό σου, σαν να γυρίζεις σπίτι σου αλλά να το βρίσκεις κατοικημένο από άλλους, και να κοιτάζεις τα δωμάτια ψάχνοντας να βρεις σημάδια των επίπλων που κάποτε ακουμπούσαν στα πατώματα και των κάδρων που στόλιζαν τους τοίχους του. Ένα αυθόρμητο χαμόγελο που ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο μου μόλις η πρώτη ριπή αέρα ανακάτεψε τα μαλλιά μου, ένα μήνυμα που σκέφτηκα αλλά δεν έστειλα ποτέ, μια εποχή που δεν είναι πια δική μας αλλά που πάντα θα την αναπολούμε νοσταλγικά, μια τελεία που περιμένει μια παύλα που δεν έχει ακόμα μπει, μια αγάπη που δεν είναι πια αλλά με κάποιο παράξενο τρόπο αντέχει στον χρόνο, μια φωτογραφία που κιτρινίζει σε κάποιο άλμπουμ και μου θυμίζει αυτήν που ήμουν κάποτε, που είναι η ίδια με αυτή που είμαι σήμερα, with a twist. 7 χρόνια μετά, έκανα πολύ καλά που επέστρεψα στο νησάκι. Φαίη, σ΄ευχαριστώ πολύ που το έκανες να συμβεί. Χωρίς εσένα να με σπρώξεις δεν θα το είχα αποφασίσει. <3