Περνάει ο καιρός και η κανονικότητα δείχνει να επανακάμπτει στην ζωή μας, έστω και με περιορισμούς. Και ξαφνικά ο κόσμος κυκλοφορεί ξανά στους δρόμους, γεμίζει παραλίες, πλατείες και μαγαζία, και μέσα σε μια τρελή ζέστη οι βεράντες και τα μπαλκόνια μας γίνονται γέφυρες που μας ενώνουν μετά από δυο μήνες καραντίνας, και γεμίζουν από γέλια, από μουσικές, από τσουγκρίσματα ποτηριών και από ευτυχισμένες στιγμές από εκείνες που τόσο μας έλειψαν. (Δυο φωτογραφίες με διαφορά ενός χρόνου η μια από την άλλη, αριστερά πέρσι το καλοκαίρι στην βεράντα ενός εστιατορίου στην Μύκονο και δεξιά το Σάββατο το βράδυ στην βεράντα του σπιτιού μας, και όμως, η αίσθηση είναι τόσο μα τόσο ίδια.. Ευτυχισμένες στιγμές, αξία ανεκτίμητη.)Στις 25 Μαΐου ανοίγουν επιτέλους τα εστιατόρια και τα μπαρ, και περιμένω πως και πως να ντυθώ, να βαφτώ και να πάω κάπου που το φαγητό δεν θα το έχω μαγειρέψει εγώ και που το setting θα είναι διαφορετικό από εκείνο του σπιτιού μου.
Είναι φαντάζομαι το τελευταίο βήμα προς την κανονικότητα – αυτή την καινούρια κανονικότητα που ας το παραδεχτούμε, δεν είναι τόσο τρομακτική ούτε τόσο περίπλοκη όσο φοβόμασταν- πριν επιστρέψουμε οριστικά στις ζωές και τις δουλειές μας.
Χαζεύω φωτογραφίες στο on this year του FB, ή ταινίες στην τηλεόραση, και οι εικόνες της ζωής που θεωρούσαμε τόσο δεδομένη που δεν μας έκανε καν εντύπωση μοιάζουν με χαστούκι. Μάθαμε με τον πιο δύσκολο και με τον πιο ακριβό – κυριολεκτικά και μεταφορικά- τρόπο πως τα πάντα μπορούν να αλλάξουν μέσα σε ελάχιστο χρόνο, οπότε τουλάχιστον στο εξής, και μέχρι να μας παρασύρει ξανά η ζωή και να ξαναξεχαστούμε, θα εκτιμούμε ελπίζω περισσότερο όσα όμορφα ζούμε.
Στο μεταξύ, η καινούρια μου χαρά είναι να διοργανώνω χαλαρά dinnerάκια στην βεράντα μου για αγαπημένους φίλους που μας έλειψαν πολύ όλον αυτόν τον καιρό. Τέσσερα ή έξι άτομα την φορά, με απλό μενού και ακόμα απλούστερο table setting αλλά με τεράστιο ενθουσιασμό, μαζευόμαστε, γελάμε, λέμε νέα, ανταλλάσσουμε εμπειρίες καραντίνας και αρχίζουμε ξανά να κάνουμε σχέδια για το μέλλον. Μια διαδικασία σχεδόν ψυχοθεραπευτική που διώχνει αργά αλλά σταθερά την συννεφιά που είχε εγκατασταθεί σχεδόν μόνιμα στις ψυχές μας.Σ΄αυτό το πλαίσιο, άλλαξα προχτές τα υφάσματα στις καρέκλες της βεράντας που είχαν πια ταλαιπωρηθεί, και έστρωσα το Σάββατο το βράδυ ένα ακόμα τραπέζι. Με τον ανεμιστήρα οροφής να δροσίζει τον καύσωνα, με ροζέ κρασί να παγώνει στην σαμπανιέρα και με απλούστατο μενού- μια μεγάλη σαλάτα, λαζανάδα και γλυκά από τον Dimitris Economides- οι ώρες κύλησαν σαν γάργαρο νεράκι και η ώρα έφτασε 1:30.Και σήμερα το πρωί, πίνοντας τον καφέ μου στην ίδια βεράντα, και χαζεύοντας τα λουλούδια ολόγυρα που κάνουν κι αυτά την δική τους γιορτή- κίτρινα τριαντάφυλλα, κόκκινα bottle brushes, και λευκά γιασεμιά- σκεφτόμουν πως μπορεί τα πραγματικά δύσκολα (τα της δουλειάς και τα οικονομικά που έχουν μείνει αδιανόητα πολύ πίσω) τώρα να αρχίζουν, αλλά τουλάχιστον έχουμε ο ένας τον άλλον και ανθρώπους γύρω μας που μας αγαπάνε, και σχέσεις που άντεξαν και αυτό το ταρακούνημα, και έτσι, μαζί, θα πάμε παρακάτω στα καλύτερα, που είναι αυτά που θα έρθουν. Με προσοχή και με ψυχραιμία, και πάντα με αισιοδοξία, όλα θα πάνε καλά.Υ.Γ. Χτες βράδυ, όταν οι φίλοι μας έφυγαν και εγώ τελείωσα με τα μαζέματα της κουζίνας, συνειδητοποίησα πως για μια ακόμα φορά είχα ξεχάσει να τραβήξω έστω και μια φωτογραφία από τα φαγητά και την παρέα. Και πως για να ντύσω αυτό το κομμάτι είχα μόλις δύο που έβγαλα όσο περιμέναμε την παρέα μας να έρθει. Μάλλον περνάω τόσο όμορφα που δεν έχω καμιά έννοια αυτό που ζω να το κάνω ποστ στα social. Και αυτή είναι μια ακόμα αλλαγή που έφεραν οι δύο μήνες που πέρασαν στην ζωή μου.