Είδα «Το δικό μας σινεμά» στο Άλσος

Πριν μερικούς μήνες και έχοντας δει μια σκηνή από την παράσταση σε βίντεο, έκανα στον τοίχο μου στο FB μια «αυστηρή» κριτική στην Δέσποινα Βανδή που τραγουδούσε το Mambo Brasileiro, την μεγάλη επιτυχία της εκρηκτικής Σπεράντζας Βρανά.

Το ποστ συγκέντρωσε πολλά σχόλια, κάποια από τα οποία με «κατηγορούσαν» πως έκρινα την Δέσποινα άδικα και πως αν είχα δει την παράσταση θα είχα διαφορετική γνώμη. Έτσι, την Τετάρτη το βράδυ βρέθηκα στο Άλσος με μεγάλη περιέργεια και ανυπομονησία, ειδικά που φίλοι που είχαν ήδη δει το έργο είχαν περάσει πολύ καλά.

Να ξεκινήσω λέγοντας πως το Άλσος του Ηλία Μαροσούλη είναι ένα εξαιρετικό θέατρο – δεν είχα ξαναπάει εδώ και πολλά χρόνια - με άνετες θέσεις και φουλ service από online κρατήσεις εισιτηρίων μέχρι valet parking, πράγμα που κάνει την εμπειρία ευχάριστη από την αρχή.Η παράσταση είναι μια επιθεώρηση tribute στον Φιλοποίμηνα Φίνο και την Finos Film, και συμπεριλαμβάνει τραγούδια και σκηνές από πολλές αγαπημένες ταινίες, κερδίζοντας έτσι «από τα αποδυτήρια» αυτή την ζεστασιά και την νοσταλγία για μια εποχή που έχει παρέλθει οριστικά. Ειδικά το τέλος μάλιστα, που από την οθόνη περνάνε όλοι οι μεγάλοι πρωταγωνιστές του Φίνου οι περισσότεροι από τους οποίους δεν είναι πια εν ζωή, είναι ευρηματικά συγκινητικό.

Η ιστορία διηγείται τις ζωές κάποιων ηθοποιών από το ξεκίνημα μέχρι το μεσουράνημα – και μετά τον ξεπεσμό τους- έτσι όπως διαμορφώθηκε μέσα από τους ρόλους τους στις ταινίες του Φίνου, με πολλές αναφορές στους πραγματικούς σταρς εκείνων των εποχών καλύπτοντας ένα μεγάλο μέρος της σύγχρονης ιστορίας του Ελληνικού θεάτρου και του κινηματογράφου από τις αρχές του 50 μέχρι τα τέλη του 70 όπου μπήκε στην ζωή μας η τηλεόραση.Ο θίασος περιλαμβάνει πολλά γνωστά ονόματα (Σπύρος Παπαδόπουλος, Παύλος Χαϊκάλης,  Κώστας Κόκλας,  Κατερίνα Λέχου, Μέμος Μπεγνής,  Γιώργος Χρανιώτης, Πηνελόπη Πιτσούλη, Ελένη Γερασιμίδου ) και κάποιους λιγότερο γνωστούς, τουλάχιστον σε μένα ( Παρθένα Χοροζίδου, Σύλβια Δελικούρα,  Ευγενία Σαμαρά, Μαριλού Κατσαφάδου, Μαριαλένα Ροζάκη, Γιώργος Τσούρμας, Γιάννης Ρούσος, Δημήτρης Γαλάνης) ενώ ο Γιώργος Κωνσταντίνου είναι και ο μόνος που actually συνεργάστηκε με τον Φίνο στην κανονική του ζωή.Το πρώτο όνομα όμως είναι εμφανώς η Δέσποινα Βανδή την οποία το κοινό αντιμετωπίζει με θαυμασμό ανάμεικτο με την περιέργεια και τον «σεβασμό» προς τον καλλιτέχνη που μέχρι πρόσφατα μπορούσε να δει μόνο αν πλήρωνε μπουκάλι στα μπουζούκια.

Το σενάριο και η σκηνοθεσία είναι των Ρέππα-Παπαθανασίου, οι χορογραφίες του Φωκά Ευαγγελινού, τα κοστούμια της Έβελυν Σιούπη, τα σκηνικά της Αθανασίας Σμαραγδή, ο φωτισμός της Ελευθερίας Ντεκώ και η επιμέλεια του προγράμματος του Ιάσονα Τριανταφυλλίδη.  Επίσης στην σκηνή υπάρχει ζωντανή 12μελής ορχήστρα. Extra μνεία στο μπαλέτο που απαρτίζεται από ταλαντούχα νέα παιδιά που δίνουν το δικό τους κέφι και μπρίο στην παράσταση.Και τώρα που τελείωσα με τα διαδικαστικά, πάμε στο ζουμί. Η παράσταση είναι ευχάριστη και διασκεδαστική. Περνάς δυόμιση ώρες χαμογελώντας και χαζεύοντας ηθοποιούς, χορογραφίες και κοστούμια, και υπό αυτή την έννοια, υπηρετεί τον σκοπό της στην εντέλεια. Στην τελική, η επιθεώρηση είναι για να διασκεδάσουμε όχι για να προβληματιστούμε.

ΟΜΩΣ…. Η επιθεώρηση είναι από τα δυσκολότερα είδη θεάτρου και καθόλου τυχαία γιατί χρειάζεται πραγματικά ταλαντούχους καλλιτέχνες που να μπορούν να παίξουν, να χορέψουν και να τραγουδήσουν, συχνά ταυτόχρονα. Και τι να κάνουμε τώρα που αυτό δεν είναι ένα skill που το έχουν οι πάντες. Στην παράσταση του Άλσους για την ακρίβεια, δεν το έχει σχεδόν κανείς, οπότε εφαρμόζεται η τακτική «η ισχύς εν τη ενώσει».

Εξηγώ. Η Δέσποινα τραγουδάει καλά προφανώς, αλλά από ηθοποιία είναι κορμάρα για να το θέσω κομψά – ειδικά στις δραματικές σκηνές θέλεις πραγματικά να βάλεις τα κλάματα και όχι από συγκίνηση- και χορεύει λίγο σαν την Καιτούλα την Γαρμπή, δηλαδή από το κεφάλι και κάτω παρατηρείται μια σχετική ακαμψία. Δεν την βοηθάει βέβαια και το ότι δεν έχει τι να κουνήσει η γυναίκα, μια που είναι πιο στεγνή από ποτέ.  Και για να επανέλθω στο παλιό μου ποστ, και για να μην το κουράζουμε το θέμα, τσιμπήστε δυο βιντεάκια, ένα με την Δέσποινα και ένα με την Σπεράντζα (ειδικά από το 1:21 και μετά), και θα καταλάβετε ακριβώς τι εννοώ.

Ο Σπύρος Παπαδόπουλος παίζει μια χαρά αν και ελαφρώς βαριεστημένα, τραγουδάει όπως κάτι θείοι με «καλή φωνή» σε γάμους και βαφτίσια και δεν χορεύει καθόλου, η Κατερίνα Λέχου παίζει πολύ καλά αλλά χορεύει σαν να πατάει πάνω σε αυγά και να φοβάται μην τα σπάσει και δεν τραγουδάει καθόλου, εξ ου και όπου έχει τραγούδι το τραγουδάει στην θέση της η Βανδή σκαρφαλωμένη στα ορεινά της σκηνής, η Σύλβια Δεληκούρα τραγουδάει και χορεύει χαριτωμένα αλλά από υποκριτική είναι άστα να πάνε, ο Χρανιώτης δείχνει εμφανώς ταλαιπωρημένος, παίζει μεν αλλά τραγουδάει λίγο καλύτερα από την Λέχου και χορεύει λίγο χειρότερα από την Βανδή, ο Κωνσταντίνου προφανώς ούτε χορεύει ούτε τραγουδάει ο άνθρωπος, η Γερασιμίδου επαναλαμβάνει με μεγάλη επιτυχία την γνωστή της μανιέρα αλλά τραγουδάει και χορεύει σαν να παραβρίσκεται σε ομιλία του Σύριζα, και για να μην σας κουράζω, σώνουν τα προσχήματα και κερδίζουν τις εντυπώσεις ο Μέμος Μπεγνής που τραγουδάει πολύ καλά για ηθοποιός και μια χαρά το κουνάει όταν χρειάζεται, ο Παύλος Χαϊκάλης που είναι πραγματικά απολαυστικός ως gay χορογράφος Χρόνης και δίνει ρέστα τραγουδώντας και χορεύοντας με το μπαλέτο, και η αποκάλυψη της παράστασης Παρθένα Χοροζίδου που όταν τραγουδάει και χορεύει το «Θέλω τα ώπα μου» στην κυριολεξία σπάει το μαγαζί.Τα γράφω όλα αυτά με χιούμορ και επαναλαμβάνω πως μια χαρά περάσαμε, και αν δεν το έχετε δει το έργο να πάτε. Όμως επειδή αρκετοί από μας έχουμε παρακολουθήσει πιστεύω διάφορες παραστάσεις και όχι μόνο στην Ελλάδα, δεν είναι κακό να παραδεχτούμε πως αυτές οι δουλειές δεν γίνονται έτσι. Και αν ο Φίνος έκανε αυτές τις υπέροχες ταινίες που όντως τις βλέπουμε μέχρι σήμερα ξανά και ξανά και δεν τις χορταίνουμε, ήταν γιατί είχε στην διάθεση του ταλαντούχους καλλιτέχνες που όντως μπορούσαν να τα κάνουν όλα. Θυμηθείτε τον Ντίνο Ηλιόπουλο και την Τζένη Καρέζη στο κοροϊδάκι της δεσποινίδος, ή την Μάρθα Καραγιάννη στο «Ο άντρας που θα παντρευτώ» και νομίζω πως μπορεί και να δικαιολογήσετε τις ενστάσεις μου.Σήμερα, καλώς η κακώς, τα prerequisites για να ανέβεις στο σανίδι είναι apparently πιο ελαστικά. Πίσω στην Δέσποινα λοιπόν, εκτιμώ ειλικρινά την εμφανώς καλή της πρόθεση και την προσπάθεια που αναμφισβήτητα έχει κάνει, αλλά πιστεύω πως θέλει πολλή δουλειά ακόμα. Μακάρι να την κάνει και στο μέλλον να την βλέπουμε και να τρίβουμε τα μάτια μας. Εδώ θα είμαστε, και υπόσοχομαι να γράψω διθυράμβους. Προς το παρόν όμως, από μένα, είναι όχι…. ????