Το σκεφτόμουν χτες την ώρα που επιστρέφαμε με τον Πάνο σπίτι μας μετά από ένα σερί ραντεβού και ένα impromptu lunch, πως αν μας έμαθε κάτι αυτή η ιστορία του covid, είναι να εκτιμάμε το εδώ και το τώρα μια που κανείς δεν ξέρει πια τι ξημερώνει το αύριο. Και προφανώς το λέγαμε πάντα αυτό, και προφανώς το σύμπαν έπαιζε πάντα παιχνίδια και χαμογελούσε όταν κάναμε σχέδια, όμως κακά τα ψέματα, εμείς συνεχίζαμε να σχεδιάζουμε. Και να ονειρευόμαστε. Και όχι μόνο για την επόμενη μέρα ή την επόμενη εβδομάδα, αλλά και για μήνες μετά.
Προσωπικά, ως γνήσια «Λονδρέζα» ήμουν από τους ανθρώπους εκείνους που έκανα τα προγράμματα μου way ahead, ίσως γιατί από χαρακτήρα είχα πάντα την ανάγκη να κάνω όνειρα και να έχω πράγματα να περιμένω. Και συχνά μέσα στην δίνη της ζωής και των πραγμάτων ξεχνιόμουν, και απολάμβανα τις στιγμές μου πιο αφηρημένα ή πιο βιαστικά, γιατί έστω κι αν στο βάθος του μυαλού μου ήξερα πως ανά πάσα στιγμή μπορούσε να συμβεί το οτιδήποτε, η Πολυάννα μέσα μου με διαβεβαίωνε πως τα καλύτερα ήταν μπροστά μου. Και μέχρι κάποιου σημείου είχε και δίκιο.
Τρία χρόνια πριν άρχισε να στραβώνει το πράγμα big time. Ήρθε ο περίφημος Κρόνος στον Αιγόκερω και μαζί του ήρθε και ουρανός να μου πέσει στο κεφάλι. Έφυγε ο Κρις, ζήσαμε προβλήματα προσωπικά, οικογενειακά, επαγγελματικά – ότι μπορεί να βάλει ο νους σας- έφυγε και η μαμά του Πάνου, και καπάκι σε όλα αυτά ήρθε και ο covid να μας αποτελειώσει.Μόνο που η πανδημία δεν έφερε μαζί της μόνο τον φόβο και τον θάνατο, έφερε και την αγωνία για το αύριο στην κυριολεξία. Και αυτό που κάποτε λέγαμε μεταφορικά και λίγο σαν για να ξορκίσουμε την συμπαντική ζήλεια για την όποια χαρά μας, έγινε η τρομακτική πραγματικότητα με την οποία καλούμαστε να μάθουμε να ζούμε.
Ο covid πήρε την χαρά, την αισιοδοξία και την ελευθερία μας. Πήρε την όποια και την όση σιγουριά μας. Αυτό το «κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να συμβεί αύριο» έγινε από θεωρία πράξη που σήμανε το τέλος σχεδόν όλων όσων θεωρούσαμε δεδομένα. Ξαφνικά, πάψαμε να μπορούμε να κάνουμε τα πιο απλά πράγματα. Να βγούμε μια βόλτα ότι ώρα θέλουμε όπως θέλουμε, να αγκαλιάσουμε και να φιλήσουμε τους ανθρώπους που αγαπάμε, να μαζευτούμε μεγάλες παρέες να γλεντήσουμε, να ταξιδέψουμε, να κάνουμε ξένοιαστες διακοπές, να προγραμματίσουμε το οτιδήποτε ακόμα και σε βάθος χρόνου μερικών ημερών, να κυκλοφορήσουμε στις πόλεις μας χωρίς φόβο, να στείλουμε τα παιδιά μας σχολείο, να πάμε στην δουλειά μας. Κυρίως, να πάρουμε βαθιές ανάσες καθαρού αέρα χωρίς να μας κλείνει ένας κόμπος τον λαιμό.
Ευτυχώς, και κόντρα στην μαυρίλα και στο έρεβος, το ένστικτο της αυτοσυντήρησης που ευτυχώς είναι ανίκητο μας βοήθησε και συνεχίζει να μας βοηθάει να προσαρμοστούμε, και να παλέψουμε. Όπως και να ελπίζουμε πως το φως δεν θα αργήσει να φανεί στην άκρη του τούνελ.
Κυρίως όμως, νομίζω πως μας δίδαξε να εκτιμάμε τις στιγμές. Αυτές που ζούμε, την ώρα που τις ζούμε, και τους ανθρώπους με τους οποίους τις μοιραζόμαστε. Ήρθε η πανδημία και πάτησε το pause, και παρόλο τον cruel τρόπο με τον οποίο τον έκανε, και παρόλα τα προβλήματα και τα ζητήματα επιβίωσης που δημιούργησε σε όλους μας, μας έδωσε και ένα δώρο. Μας έκανε να συνειδητοποιήσουμε πόσο πολύτιμα ήταν αυτά που είχαμε και τα θεωρούσαμε δεδομένα, και πόσο πολύτιμα είναι αυτά που εξακολουθούμε να έχουμε. Και πόσο ευγνώμονες πρέπει να νοιώθουμε όταν τα απολαμβάνουμε.
Μια αγκαλιά από τον σύντροφο, τα παιδιά, και τους γονείς μας, μια βραδιά με φίλους καρδιάς, ένα τηλεφώνημα σε έναν αγαπημένο άνθρωπο που ζει μακριά, ένας καφές με τις φίλες μας, μια βόλτα σε ένα ήσυχο μέρος χωρίς μάσκα, μια ωραία ταινία στην τηλεόραση, ένα ποτήρι καλό κρασί, ένα φαγητό που κάνει το σπίτι να μυρίζει θαλπωρή, μια βουτιά στα καταγάλανα νερά της θάλασσας, ο αέρας να ανεμίζει τα μαλλιά μας, ένα ηλιοβασίλεμα, μια δουλειά που έγινε όταν όλα είναι σταματημένα, ένα μήνυμα που μας δίνει δύναμη, ένα όνειρο που μας δίνει ελπίδα και φόρα για να αντιμετωπίσουμε μια ακόμα δύσκολη μέρα.
Εδώ και τώρα, γιατί αυτό είναι το μόνο που έχουμε σίγουρο. Ας το ρουφήξουμε λοιπόν με όλη την ψυχή μας και ας το απολαύσουμε με όλες τις αισθήσεις μας. Κάθε σήμερα, κάθε εδώ, κάθε τώρα, είναι μια σταγόνα ελπίδας, μια ευχή που πραγματοποιήθηκε, και ένα βοτσαλάκι στο οικοδόμημα της ζωής μας που την ζούμε πια υπό αδιανόητες συνθήκες. Ας είμαστε ευγνώμονες για ότι όμορφο αξιωνόμαστε, και ας θυμόμαστε κάθε μέρα να λέμε όσα δεν θέλουμε να μείνουν ανείπωτα. Και ας ελπίσουμε πως το μέλλον θα μας φέρει πίσω ότι μας πήρε, σύντομα.