Ή μάλλον σκληρή χρονιά, η φετινή. Μας προειδοποιούσαν από τον Ιανουάριο οι αστρολόγοι για τον Κρόνο που είναι ένας πλανήτης δύσκολος, που δίνει μαθήματα με τον πιο απόλυτο τρόπο, αλλά η αλήθεια είναι πως η Πολυάννα μέσα μου φρόντιζε να με κρατάει ως επί το πλείστον αισιόδοξη.Και μετά, ήρθε το καλοκαίρι και με τσάκισε. Το να χάνεις έναν πολύ δικό σου άνθρωπο και μάλιστα τόσο γρήγορα, εγκαθιστά μέσα στην ψυχή σου ένα πένθος βαθύ και επίμονο που βάφει τα πάντα. Αλλάζει όχι μόνο η καθημερινότητα σου αλλά ο τρόπος με τον οποίο βλέπεις την ζωή. Την επόμενη μέρα. Το μέλλον. Χάνεται ένα κομμάτι της χαράς σου που νοιώθεις, ξέρεις μάλλον, πως δεν θα το ξαναβρείς ποτέ στην πραγματικότητα. Θα προχωρήσεις εννοείται, θα ισορροπήσεις ξανά, θα βρεις τους ρυθμούς σου, θα γελάσεις, θα ξεχαστείς. Ποτέ ξανά όμως όπως πρώτα. Κάτι θα λείπει, πάντα, και κάτι θα είναι εκεί να σου θυμίζει το κενό, σαν μια ουλή που αφήνει το σημάδι της που όσο κι αν ξεθωριάσει με τον χρόνο, θα μπορείς πάντα να το ψηλαφήσεις με την άκρη των δαχτύλων σου, για να σου θυμίζει τι έγινε, τι έζησες, πότε και γιατί.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, λίγες μέρες πριν επιδεινώθηκε και η υγεία της πεθεράς μου και χρειάστηκε να πάρουμε σοβαρές και δύσκολες αποφάσεις. Ο Πάνος κυρίως αλλά μαζί του κι εγώ που προφανώς δεν μπορώ παρά να τον στηρίξω και να προσπαθώ όσο περισσότερο και όσο καλύτερα γίνεται να είμαι δίπλα του όπως πάντα, και να ρίχνω όσο ροζ μου έχει απομείνει στην καθημερινότητα μας που έχει αλλάξει, και όχι προς το καλύτερο μέχρι να προσαρμοστούμε όλοι στα νέα δεδομένα. Ένα από αυτά είναι και οι καλοκαιρινές μας διακοπές που αναβάλλονται μέχρι νεοτέρας, πράγμα που δεν βοηθάει καθόλου obviously να φτιάξουν τα κέφια μας ή να γεμίσουν οι μπαταρίες μας.Και μετά, έρχεται η προχτεσινή καταστροφή και βάζει τα πράγματα στην θέση τους. 74 νεκροί, εκατοντάδες τραυματίες, αγνοούμενοι, χιλιάδες κατεστραμμένα σπίτια και μια περιοχή που την είχαμε συνδυάσει με τα παιδικά και τα νεανικά μας καλοκαίρια να σβήνεται στην κυριολεξία από τον χάρτη μέσα σε μια εφιαλτική νύχτα. Το βράδυ της Δευτέρας, την ώρα που ξενυχτούσα μπροστά στην τηλεόραση αγωνιώντας για τον Ιάσονα που είχε μπλοκαριστεί στο εξοχικό μας στην Νέα Μάκρη μια που οι δρόμοι είχαν κλείσει και δεν μπορούσε να επιστρέψει στην Αθήνα, και βλέποντας τις τεράστιες φλόγες να τρέχουν με ταχύτητα εξωφρενική και να καταβροχθίζουν στο πέρασμα τους δέντρα, σπίτια, αυτοκίνητα, ακόμα και την άσφαλτο, ένοιωσα πραγματικά απελπισμένη. Σαν το σύμπαν στο οποίο πίστεψα όλη μου την ζωή με πάθος, ένα σύμπαν που πάντα στο μυαλό μου μοίραζε και ανταπέδιδε την ενέργεια που του δίναμε σοφά και δίκαια, αποφάσισε ξαφνικά να με φτύσει, να μας φτύσει, ρίχνοντας μας με το κεφάλι πάνω στον τοίχο, επαναληπτικά.Όμως ευτυχώς οι μηχανισμοί εντός μου λειτούργησαν για μια ακόμα φορά στην εντέλεια – και η Πολυάνα που απεχθάνεται την ηττοπάθεια και την αυτολύπηση επίσης- και μέχρι το επόμενο πρωί που το παιδί μου ήταν πια πίσω στο σπίτι και ο απολογισμός αποδείχτηκε εφιαλτικότερος από ότι θα μπορούσαμε ποτέ να φανταστούμε, είχα ήδη αποφασίσει πως όσο ακόμα μπορούμε να μετράμε ευλογίες, να είμαστε καλά, να είναι καλά το παιδί μας πρώτα και πάνω απ΄όλα, οι άνθρωποι που αγαπάμε – αυτοί που μας έχουν μείνει- όσο έχουμε την δουλειά μας, την καθημερινότητα μας έστω και όχι στα καλύτερα της, όσο μπορούμε να ξυπνάμε το πρωί με έστω και ίχνη αισιοδοξίας και να έχουμε την διάθεση να κάνουμε σχέδια και να ονειρευόμαστε έστω και όχι σε τόσο φωτεινά χρώματα όσο πιο παλιά, δεν δικαιούμαστε να παραπονιόμαστε. Το reality check είναι πάντα συγκριτικό και αδυσώπητο. Και αν έχεις έστω και την παραμικρή συναίσθηση, και νοημοσύνη, αντιλαμβάνεσαι πως γύρω σου, δίπλα σου, υπάρχουν άνθρωποι που αυτό που έχεις εσύ, και που μπορεί να το θεωρείς και λίγο καμιά φορά όταν σε παίρνουν τα γεγονότα από κάτω - ή έστω λιγότερο απο ότι θα ήθελες ή απ΄ότι πιστεύεις πως σου αξίζει- θα έδιναν το δεξί τους χέρι για να το έχουν και εκείνοι. Οπότε συνέρχεσαι, μαζεύεις your shit together που λένε και στο χωριό μου, ξεσκονίζεσαι και προχωράς. Προχωράς μαζί με εκείνους που έχεις δίπλα σου, στα καλά και τα κακά, στα όμορφα και τα άσχημα, στα εύκολα και στα δύσκολα, και πας προς τα εκεί που έχει φως. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος, ούτε άλλη λύση. Είναι μονόδρομος.Και τελικά, κοιτάζοντας τις εικόνες που θα στοιχειώσουν τις ζωές μας για πολύ καιρό, την καμένη γη που άφησε πίσω της η φωτιά, τα αυτοκίνητα που έχουν μετατραπεί σε μάζες από λιωμένες λαμαρίνες, τα κουφάρια των σπιτιών που μέχρι προχτές φιλοξενούσαν ευτυχισμένες στιγμές ανθρώπων που κάποιοι δεν είναι καν πια εδώ, διαβάζοντας τις ιστορίες εκείνων που χάθηκαν αλλά και εκείνων που γλύτωσαν, αντιλαμβάνεσαι πως το δώρο είναι η ίδια η ζωή. Με την εξαίρεση των γονιών που χάνουν τα παιδιά τους, και που είναι ο μεγαλύτερος εφιάλτης που μπορεί να βιώσει άνθρωπος και που ειλικρινά δεν ξέρω αν και πως ξεπερνιέται ποτέ, όλα τα υπόλοιπα λύνονται. Η ζωή μαζί, αυτό να σκέφτεστε κάθε φορά που θα σας παίρνει από κάτω. Η περιουσία μας δεν είναι τα σπίτια, τα αυτοκίνητα και τα πράγματα, αυτά είναι το μέσον για να ζούμε καλύτερα. Η περιουσία μας είναι οι άνθρωποι, και αυτό το μαζί που μέσα του δεν κρύβεται μόνο η αξιοπρέπεια όπως είπε κάποτε ο Κρις αλλά και το νόημα της ίδιας της ζωής μας. Τρανή απόδειξη αυτοί οι 26 άνθρωποι στο Μάτι που τα τελευταία δευτερόλεπτα της ζωής τους, όταν ένοιωσαν πως έφτασε το τέλος, αγκαλιάστηκαν σφιχτά. Για να πεθάνουν μαζί, στηρίζοντας και προφυλάσσοντας ο ένας τον άλλον μέχρι το τέρμα.
Αυτή την εικόνα, αυτού του σκληρού καλοκαιριού λοιπόν, να μην την ξεχάσουμε. Γιατί είναι ένα μάθημα μεγάλο, μάθημα ζωής από αυτά που μόνο ο θάνατος μπορεί να μας διδάξει.