Η ζωή με την Μπριζίτ…

Όσοι με διαβάζετε καιρό εδώ ή στο FB, ξέρετε πως πριν από δύο περίπου μήνες ήρθε στο σπίτι μας η Μπριζίτ. Ένα ημίαιμο Λαμπραντόρ τριών χρονών, που στην σύντομη ζωή του έζησε μόνο δυσάρεστες εμπειρίες. Βρέθηκε στις περσινές φωτιές στο Καπανδρίτι απ’ όπου διασώθηκε μαζί με το ένα από τα κουτάβια της – το άλλο δεν τα κατάφερε νομίζω- και που πριν την πετάξει στον δρόμο, ο προηγούμενος ιδιοκτήτης της, φρόντισε να της κόψει το μισό αυτί και την μισή της ουρά. Με ψαλίδι.

Η Μπριζίτ βρέθηκε στα χέρια μας τον Νοέμβριο, όταν την είδα σε ένα ποστ στο FB και αποφασίσαμε να την πάρουμε για την πεθερά μου που είχε χάσει το δικό της σκυλάκι λίγο καιρό πριν, και ήθελε απεγνωσμένα ένα άλλο. Πήγαμε και την πήραμε από το σπίτι που την φιλοξενούσαν προσωρινά – ένα κατατρομαγμένο ζωάκι που έτρεμε στην κυριολεξία και που είδαμε και πάθαμε να το καθησυχάσουμε και να το βάλουμε στο αυτοκίνητο- και όταν φτάσαμε στην Κηφισιά και η μαμά του Πάνου άνοιξε την πόρτα, ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά και για τις δυο τους. Και η ιστορία θα είχε τελειώσει εδώ, αν η ζωή δεν είχε άλλα σχέδια.Γιατί πριν από δυο μήνες η υγεία της πεθεράς μου χειροτέρεψε δραματικά και δεν μπορεί να έχει πια σκύλο, και η Μπριζίτ βρέθηκε για μια ακόμα φορά στην ζωή της σε αναζήτηση οικογένειας. Να πω εδώ πως μετά τον θάνατο του Droopy είχα αποφασίσει να μην πάρω άλλο σκύλο. Έπειτα από 14 χρόνια μιας περιπετειώδους και πολύ ευτυχισμένης όμως συμβίωσης με «το μικρότερο παιδί μου» και έχοντας πρόσφτατη την τεράστια στεναχώρια που ζήσαμε όλοι όταν ήρθε η ώρα να αποφασίσουμε να μην τον αφήσουμε να υποφέρει παραπάνω όταν τα γεράματα και ένας επιθετικός καρκίνος τον γονάτισαν, δεν είχα καμιά διάθεση να ξαναπεράσω τα ίδια. Ή έστω σχετικά. Συν το ότι με τον Ιάσονα να έχει φτάσει πια 27 δεν είχαμε καμιά άλλη δέσμευση στα προγράμματα μας, μπορούσαμε πια να φεύγουμε όποτε μας έκανε κέφι και να ταξιδεύουμε χωρίς να πρέπει να προγραμματίσουμε dog sitting, και βέβαια, πως last but not least απολάμβανα το σπίτι μας πεντακάθαρο και τέλεια ταχτοποιημένο.

Οπότε η πρώτη μου σκέψη ήταν να βρω στην Μπριζίτ ένα καλό σπίτι που να την αγαπάνε και να την προσέχουν, και αυτό προσπάθησα, όμως είπαμε. Όμως όταν εμείς κάνουμε σχέδια το σύμπαν χαμογελά. Γιατί όλα αυτά συνέβησαν μήνα Αύγουστο και δεν βρέθηκε ούτε ένας άνθρωπος να ενδιαφερθεί να την υιοθετήσει, οπότε προσωρινά, την πήραμε εμείς. Δεν υπήρχε περίπτωση να την αφήσουμε στον δρόμο εννοείται, όπως δεν υπήρχε περίπτωση και να την δώσουμε αν δεν ήμασταν σίγουροι πως θα έβρισκε την οικογένεια που θα της άξιζε, αλλά προσωρινά, αυτή η οικογένεια έπρεπε να είμαστε εμείς.Την μέρα που ήρθε στο σπίτι μας έτρεμε πάλι σαν το ψάρι, παρόλο που μας ήξερε και που μας αγαπούσε έτσι κι αλλιώς μια που μας έβλεπε στο σπίτι της μαμάς του Πάνου συχνά, και μας έκανε τρελές χαρές. Την ταχτοποιήσαμε, την χαϊδολογήσαμε, και μετά ξεκίνησε ο αγώνας. Κατ΄αρχάς γιατί έκανε να φάει τρεις μέρες. Και κάθε φορά που την έβαζα στο αυτοκίνητο, για να πάμε στον κτηνίατρο, για να πάμε στο pet shop που της έκαναν grooming, για να κάνουμε το οτιδήποτε τέλος πάντων, αγχωνόταν τόσο πολύ και τόσο φανερά που δεν ξέραμε τι να κάνουμε για να την ηρεμίσουμε. Επίσης, για πολύ καιρό, πάνω από μήνα, λαγοκοιμόταν. Με το ένα μάτι μισάνοιχτο και με την έννοια μη της συμβεί κάτι, πεταγόταν σαν ελατήριο στον παραμικρό δυνατό θόρυβο ή στην παραμικρή απότομη κίνηση μας. Και στην βόλτα, είχαμε διαρκώς δράματα. Μια φορά μου έφυγε και τρομάξαμε να την πιάσουμε – κάναμε ολόκληρη επιχείρηση με τον Ιάσονα για να την περικυκλώσουμε και να την πιάσουμε τρέχοντας σχεδόν στο μισό Ψυχικό- και κάθε τόσο, μόλις πήγαινα να την τραβήξω για να αλλάξουμε κατεύθυνση ή να γυρίσουμε πια στο σπίτι, μουλάρωνε, κατέβαζε το κεφάλι και αρνιόταν να συνεργαστεί. Έχω περάσει και μισή ώρα προσπαθώντας να την πείσω να κάνει δυο βήματα, μέχρι να τηλεφωνήσω στην μαμά μου να κατέβει, να την τραβάει εκείνη από το λουρί και εγώ να την σπρώχνω, για να καταφέρουμε να την βάλουμε μέσα.Δεν θα σας πω ψέματα, ακόμα τα πράγματα απέχουν πολύ από το ιδανικό. Έχουμε αρχίσει όμως να βρίσκουμε τους ρυθμούς μας όλοι, και νομίζω πως και εκείνη μας εμπιστεύεται αρκετά περισσότερο πια και καταλαβαίνει πως εδώ ήρθε για να μείνει. Εμείς φροντίζουμε να την χαϊδολογάμε, να της μιλάμε γλυκά, να της λέμε πως την αγαπάμε και να την προσέχουμε όσο πιο πολύ μπορούμε. Και εκείνη μας ανταποδίδει την αγάπη, μας αφήνεται σιγά σιγά, και μας δείχνει την ευγνωμοσύνη της με κάθε ευκαιρία. Και μπαίνει και στο αυτοκίνητο μια χαρά πια, είτε για να πάει στον γιατρό για το μπάνιο της κάθε 20 μέρες, είτε για βόλτες με τον Ιάσονα με τον οποίο λατρεύονται και κυνηγιούνται ατελείωτες ώρες. Όμως εξακολουθεί να πετάγεται στους θορύβους και στις απότομες κινήσεις, εξακολουθεί να πεισμώνει στις βόλτες αν και πολύ λιγότερο, και μαδάει τρομακτικά πολύ με αποτέλεσμα το σπίτι μας να είναι μονίμως μέσα στην τρίχα, πράγμα που εμένα προσωπικά με αποδιοργανώνει αφάνταστα.

Κοιμάται όμως πια πολύ και βαθιά – πράγμα που το θεωρώ μεγάλη πρόοδο γιατί προφανώς χαλαρώνει και της βγαίνει η κούραση από τις αγρύπνιες τόσων χρόνων- είναι απίστευτα τρυφερή -θέλει να την χαϊδεύουμε συνέχεια - δεν ενοχλεί ποτέ και με κανέναν τρόπο, δεν λερώνει μέσα στο σπίτι, και γενικά είναι ένα υπέροχο και πανέμορφο ζωάκι που το αγαπάμε ήδη πολύ και φυσικά, δεν σκοπεύουμε πια να το αφήσουμε να φύγει. That been said, το σπίτι μας μοιάζει βομβαρδισμένο -όταν φεύγουμε βάζουμε πράγματα πάνω στους καναπέδες για να μην ανεβαίνει και τους γεμίζει τρίχα- κλείνουμε τις πόρτες των δωματίων μας για την αποφυγή δυσάρεστων εκπλήξεων - την δεύτερη μέρα που την είχαμε έφυγα για δουλειές και όταν γύρισα βρήκα κατουρημένο το κρεβάτι του Ιάσονα αλλά νομίζω πως το έκανε γιατί φοβήθηκε πως την άφησα- και όταν χρειαστεί να πάμε ταξίδι αν τύχει και λείπει και ο Ιάσονας επιστρατεύεται η μαμά μου που μετακομίζει σε μας για να την αναλάβει.Όμως μετά από δυο μήνες, με όλες τις δυσκολίες, τα προβλήματα, και την ανακατωσούρα στην ζωή μας, η Μπρζίτ έχει γίνει μέλος της οικογένειας. Και παρόλο που συχνά δυσκολεύομαι και απογοητεύομαι, προσπαθώ να θυμάμαι πάντα πως είναι μια ψυχούλα που έχει περάσει τόσο μα τόσο δύσκολα, που της αξίζουν και οι ευκαιρίες, και η υπομονή, και η επιμονή που χρειάζονται και θα χρειαστούν για να βρούμε τα πατήματα, τις συνήθειες και τις ισορροπίες μας.

Τώρα που γράφω αυτό το κομμάτι είναι Σάββατο απόγευμα και έξω βρέχει και βροντάει. Και η Μπριζίτ κοιμάται του καλού καιρού στο πάτωμα δίπλα στο γραφείο μου, και ροχαλίζει και λίγο, πράγμα που νομίζω πως δείχνει ότι είμαστε σε καλό δρόμο. Νωρίτερα είχε παίξει με τον Ιάσονα που της έφερε δώρο μια λιχουδιά – ένα αυτί γουρουνιού που το μασούλησε σε χρόνο DT γιατί ξέχασα να σας πω ότι είναι και πολύ λαίμαργη- και αργότερα, αφού την βγάλω βόλτα, όταν θα φύγουμε όλοι γιατί έχουμε να βγούμε, θα μετακομίσει κάτω, στο κρεβάτι της όπου θα μας περιμένει να γυρίσουμε για να μας υποδεχτεί με χαρές και παράπονα.

Καμιά φορά σκέφτομαι πως η ζωή έχει έναν παράξενο τρόπο να μας αλλάζει. Αν κάποιος μου έλεγε πριν από τρεις μήνες πως θα είχα πάλι σκυλί, και μάλιστα πως εξ αιτίας του θα έβαζα σκούπα στο σπίτι κάθε δυο μέρες, θα είχα όλα τα πιθανά και απίθανα αξεσουάρ για την τρίχα, από ειδικές βούρτσες για την Μπριζίτ, για τα ρούχα μας και για τους καναπέδες μέχρι κάλυμμα για το πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου, και πως τελικά, θα τα έκανα όλα αυτά χωρίς να βαρυγκωμάω, θα τον έλεγα εντελώς τρελό. Κι όμως, να ‘μαι εδώ, σήμερα, με μια καινούρια καθημερινότητα προσαρμοσμένη στις ανάγκες του κοριτσιού μας, και με την βεβαιότητα πως στο τέλος, θα τα καταφέρουμε να συνεννοηθούμε και να οργανωθούμε μια χαρά. Αγάπη χρειάζεται μόνο, και υπομονή. Και απ΄αυτά, διαθέτουμε οικογενειακώς μεγάλο απόθεμα..